- επίπτυγμα
- ἐπίπτυγμα, τὸ (Α) [επιπτύσσω]1. μεμβράνη που καλύπτει οπή τής επιφάνειας τού δέρματος, και ιδίως στα οστρακόδερμα2. στον πληθ. ἐπιπτύγματατα βράγχια, τα σπάραχνα τών ψαριών.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐπίπτυγμα — over fold neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιπτυγμάτων — ἐπίπτυγμα over fold neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιπτύγματι — ἐπίπτυγμα over fold neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιπτύγματ' — ἐπιπτύγματα , ἐπίπτυγμα over fold neut nom/voc/acc pl ἐπιπτύγματι , ἐπίπτυγμα over fold neut dat sg ἐπιπτύγματε , ἐπίπτυγμα over fold neut nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τραχίνος — (trachinus). Γένος ακανθοπτερύγιων ψαριών της οικογένειας των τραχινιδών, γνωστό και με την ονομασία δράκαινα. Στην οικογένεια αυτή ανήκουν ψάρια με μακρουλό σώμα, που καλύπτεται από μικρά λέπια. Η έδρα τους βρίσκεται μπροστά από τα στηθιαία… … Dictionary of Greek
ψαριά — Σύμφωνα με τις σύγχρονες ταξινομήσεις, τα ψ. αποτελούν μια υπερκλάση η οποία περιλαμβάνει τα σπονδυλωτά που είναι προσαρμοσμένα στην υδρόβια ζωή. Στα επιστημονικά συγγράμματα αναφέρονται και με την ονομασία ιχθύες. Από αυτά μελετήθηκαν έως σήμερα … Dictionary of Greek